με ένα εισιτήριο.
Άνθος και τάφος
το ίδιο διαβατήριο.
Ζωγραφιές, φωτογραφίες και λέξεις σε διαπλοκή. Δικά μου, δικά μας, αγαπησιάρικα...
Ποιος θα πληρώσει τη γύμνια του καλοκαιριού;
Πιάσε το τεφτέρι και λογάριασε:
Τρεις το λάδι, τρεις το ξύδι,
Έξι οι πληγές!...
Γ.Τ.
χειμωνανθός |
Οι φωτογραφίες είναι από μια καταπληκτική παρέμβαση των Τσόκλη - Ξυδάκη - Τριανταφύλλου, με τον τίτλο "Αντανακλάσεις" που έγινε το καλοκαίρι του '06, στο ερειπωμένο χωριό Μοναστήρια της Τήνου.
Στην συγκεκριμένη εικαστική εγκατάσταση, αποδόθηκε συγκλονιστικά η "πρώην ζωή" θα έλεγα και όχι η σημερινή απουσία στον χώρο. Οι καθρέφτες σε καίρια σημεία δημιουργούσαν ψευδαισθήσεις διακοπής ή συνέχειας των εγκαταλελειμμένων οικημάτων καθώς και εισβολές του ουρανού σε κόχες ανύποπτες. Η τοποθέτηση ρούχων και αντικειμένων καθημερινής χρήσης, τόνιζαν την α-συνέχεια του χωροχρόνου και επέτειναν την δυναμική της ερημίας.
Ήταν απόγευμα, τέλος Αυγούστου όταν το επισκέφτηκα, ήρθε το σούρουπο και ανέτειλε η Πανσέληνος νωρίς…
(Υπάρχει και βίντεο· μόλις εξοικειωθώ καλύτερα με την τεχνολογία, θα ανεβεί κι αυτό).
Βιαστικά που φύγαμε!
Τα λουλούδια θα μαραίνονταν στη βαλίτσα.
Κράτα το χρώμα για ευχή και άρωμα.
Μη κοιτάξεις πίσω.
Δεν έφυγα ποτέ.
Είμαι η ανάσα του τοίχου
Το βέβαιο της απουσίας.
Να σιδερώσεις τα καλά μου,
Μαζί θα πάμε στην γιορτή.
Πολύτιμα τα χρόνια που πέρασαν.
Γυαλί ο ουρανός
Από τη γη κρεμάμενος.
Πάρε ξηρά τροφή για την πορεία,
κρύψε στη τσέπη μια παιδική σου ζωγραφιά
και βιάσου να καβαλήσεις το πτερύγιο του ήλιου.
Προβλέπονται σκληρές οι μέλλουσες πέτρες.
Κι εσύ να φεύγεις από κει που πάντα έρχεσαι.
Τα χαλάσματα του καθρέφτη θα μένουν.
'Ακουσα τα βήματά της, πράγματι, αλλά δεν τα άκουσα να πλησιάζουν. Τα άκουσα να ξεμακραίνουν. Βρόντηξε την πόρτα πίσω της. Κι εν τούτοις δεν κουνήθηκα. Υπολόγισα πως είχε μερικά ακόμη δευτερόλεπτα στη διάθεσή της, έως ότου καλέσει το ασανσέρ, έως ότου το ασανσέρ ανέβει στον έκτο όροφο. Θα μπορούσε να μου χτυπήσει ξανά το κουδούνι. Τότε θα πεταγόμουν από το κρεβάτι μου. Πάλι ο μετρητής θα μηδένιζε. 'Ισως και η ουλή -ούτε καν η ουλή- δεν θα έμενε. Θα την σκέπαζε η λήθη.
Παρ' όλο που έχουν περάσει δέκα ολόκληρα χρόνια από τη μέρα που έφυγε, δεν έχω πάψει να αναρωτιέμαι μήπως κι εκείνη περίμενε, πότε θα επιστρέψω στο σαλόνι, πότε θα πέσω στην αγκαλιά της. Μήπως κι εκείνη ήταν βέβαιη -όσο το ασανσέρ πλησίαζε- πως θα ανοίξω την πόρτα μου και θα την τραβήξω ξανά κοντά μου. Μήπως οι δρόμοι μας χώρισαν, επειδή -μόνο και μόνο- η σκέψη μας ακολούθησε την ίδια διαδρομή.
Η φωτογραφία είναι από την εγκατάσταση "Αντανακλάσεις" (Τσόκλης, Ξυδάκης, Τριανταφύλλου) στα Μοναστήρια (Τήνος, καλοκαίρι 2006).
Στο πανέμορφο και φημισμένο για τους γλύπτες του χωριό Πύργος της Τήνου, ακόμα και τα λιθόστρωτα δρομάκια του είναι γεμάτα από μαρμάρινες «λεπτομέρειες»…
Ξεκινάω τούτο το μπλογκ με την Τήνο, γιατι έχει παραμείνει -εξαιρουμένης της χώρας- το πιο όμορφο -ίσως- νησί των Κυκλάδων, με την έννοια της Αιγαιακής αύρας.